ΚΛΕΙΣΙΜΟ
MENU
weather-icon 7 oC
Αναζήτηση:

Γιατί η αντιπαροχή βοήθησε την ελληνική κοινωνία και γιατί πλέον είναι αιτία που οι άνθρωποι δεν ζουν καλά στις ελληνικές πόλεις

Γιατί η αντιπαροχή βοήθησε την ελληνική κοινωνία και γιατί πλέον είναι αιτία που οι άνθρωποι δεν ζουν καλά στις ελληνικές πόλεις

Γράφει ο Βούλγαρης Ιωάννης (Επιστημονικός Συνεργάτης Δήμου Λαμιέων/ Χωροτάκτης – Πολεοδόμος/ Αναλυτής Γεωγραφικών Δεδομένων)

“… πίσω από τους πασσάλους με απλωμένα ρούχα, εισέρχεται κάποιος σε αυτό το χάος από μικρές μονώροφες και ενός δωματίου καλύβες, οι περισσότερες των οποίων δεν είχαν καν τεχνητό δάπεδο και η κουζίνα, το σαλόνι και το δωμάτιο ήταν ο ίδιος χώρος. Σε αυτές τις τρύπες, με τα βίας 1,5 μέτρο επί 2, έβρισκα 2 «ο Θεός να τα κάνει» κρεβάτια το ένα πάνω από το άλλο ενωμένα με σκάλα και μια σόμπα, να γεμίζουν το χώρο…” Friedrich Engels, 1892.

Αυτό το απόσπασμα από το βιβλίο του Friedrich Engels «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία το 1844» περιγράφει τις συνήθεις κατοικίες των εργατών στο Manchester την περίοδο της αστικοποίησής του λόγω της βιομηχανικής επανάστασης. Με ακόμα πιο μελανά χρώματα περιγράφονται και οι συνθήκες διαβίωσης αυτών, λόγων της υψηλής αστικής πυκνότητας και της έλλειψης υποδομών και ελεύθερων χώρων. Αντίστοιχη κατάσταση υπήρχε και στη Νέα Υόρκη στα τέλη το 19ου αρχές του 20ου αιώνα, όπως φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία. Τα κτίρια ήταν πολύ στενά και τα διαμερίσματα ονομαζόντουσαν «σιδηρόδρομοι». Στα δωμάτια αυτών ζούσαν διαφορετικές οικογένειες και υπήρχε μια τουαλέτα ανά 20 άτομα(!) και αυτό βάσει νόμου.

Σπίτι σιδηρόδρομος Νέα Υόρκη

Παρόμοιες συνθήκες διαβίωσης έζησαν οι άνθρωποι σχεδόν σε όλες τις μεγαλουπόλεις της Δύσης κατά τη διάρκεια της αστικοποίησης αυτών, για παράδειγμα η Εικόνα 2 δείχνει στα δεξιά μια σουηδική αφίσα του 1946 από επίσημο κρατικό φορέα που λέει στους σουηδούς «Μην ψάχνετε να έρθετε στη Στοκχόλμη – 21000 ψάχνουν μάταια σπίτι» και στα αριστερά κάποια πρόχειρα καταλύματα που χτίστηκαν εντός ενός γυμναστηρίου.

Αφίσα Γραφείου Πολεοδομικού Σχεδιασμού Δήμου Στοκχόλμης

Εικόνες παρόμοιες με αυτές μπορεί να βρει κάποιος και στην Αθήνα στην γειτονιά Ασύρματος (η ταινία Συνοικία το Όνειρο είναι γυρισμένη εκεί) μετά τη μικρασιατική καταστροφή, αλλά και αλλού, όμως η διαφορά μας από τις αντίστοιχες περιπτώσεις του εξωτερικού είναι η χρονική διάρκεια αυτών.

Η διαβίωση σε αυτές τις συνθήκες στο εξωτερικό διήρκησε πολλές δεκαετίες σε αντίθεση με την Ελλάδα που σχετικά γρήγορα το κράτος υιοθέτησε την πολιτική της αντιπαροχής (1929) και οι άνθρωποι βρήκαν στέγη ικανοποιητικών προδιαγραφών. Τα αντανακλαστικά μας ήταν γρήγορα, αφού η αστικοποίηση ξεκίνησε τη δεκαετία το 1950 και η αντιπαροχή στις αρχές του 1960 ήταν στο απόγειό της, σε αντίθεση με πολλές βιομηχανικές χώρες που ενώ είχαν προβλήματα αστικοποίησης από τον 18ο αιώνα, τα αντιμετώπισαν μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή με καθυστέρηση 45-50 χρόνων.

Το σύστημα της αντιπαροχής ήταν στην ουσία μια μετατόπιση της κρατικής κοινωνικής πολιτικής για τη στέγαση των πολιτών, στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα την ταχύτατη ανοικοδόμηση με κίνητρο το γρήγορο κέρδος. Στην αντιπαροχή ο ιδιοκτήτης ενός οικοπέδου το παραχωρούσε προς ανέγερση σε κάποιον κατασκευαστή με αντάλλαγμα αντί για κάποιο ποσό ένα ή περισσότερα διαμερίσματα. Ο κατασκευαστής έπαιρνε στην κυριότητά το υπόλοιπο ποσοστό εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, το οποίο και αυτό υπό μορφή διαμερισμάτων το πουλούσε.

Τα αποτελέσματα γνωστά, μικρές πολυκατοικίες η μια δίπλα στην άλλη, υψηλή αστική πυκνότητα, κακός φωτισμός και αερισμός, ελάχιστοι κοινόχρηστοι χώροι, «ζωντανές» γειτονιές, φτηνή κατοικία ικανοποιητικών προδιαγραφών, μίξη χρήσεων κ.ο.κ. Μια θάλασσα τσιμέντου με δυνατή κοινωνική συνοχή. Πέραν αυτών όμως, η αντιπαροχή οδήγησε και σε εκτίναξη της πολυιδιοκτησίας γης σε προϋφιστάμενα μικρά οικόπεδα, την ύπαρξη διαφορετικών συμφερόντων εντός του ίδιου οικοπέδου, την ενίσχυση της κουλτούρας της ατομικότητας και πολλά άλλα.

Αυτή η σχέση των ελλήνων με την ιδιοκτησία τους απεικονίζεται ιδανικά σε μια διαφήμιση που αφορά την προσφορά στεγαστικού δανείου από κάποια τράπεζα. «- Δικό μου είναι, ότι θέλω το κάνω!», λέει η ιδιοκτήτρια στον απορημένο εργολάβο που σημείωνε ότι πρέπει να κατεδαφίσει έναν ολόκληρο τοίχο. Αυτή η φράση εμπεριέχει την νοοτροπία του «Έχω κάθε δικαίωμα επί του ακινήτου μου, ακόμα και αν αυτό που θέλω είναι λάθος ή δημιουργεί πρόβλημα, είτε σε εμένα, είτε στους γύρω μου».

Αυτό το αναφαίρετο δικαίωμα στην ιδιοκτησία οδήγησε στη λογική πως η διαμόρφωση ενός σπιτιού σύμφωνα με τα θέλω του ιδιοκτήτη του συνεπάγεται και βελτίωση της ποιότητα διαβίωσης αυτού. Βέβαια, το τι ορίζεται ως ποιότητα ζωής είναι αφενός κάτι το προσωπικό και αφετέρου αλλάζει με την πάροδο των χρόνων. Κάποτε βελτίωση στην ποιότητα ζωής ενός ανθρώπου ήταν να έχει τρεχούμενο νερό και τουαλέτα μέσα στο σπίτι του, σήμερα αυτό είναι δεδομένο σχεδόν για όλους. Τώρα πλέον η ποιότητα ζωής είναι η καθαρότητα του τρεχούμενου νερού ή η συχνότητα αποκομιδής σκουπιδιών ή τα αιωρούμενα σωματίδια στον αέρα ή η ποσότητα πρασίνου και η πρόσβαση σε αυτό, κοκ.

Για να δούμε τον αντίκτυπο της αντιπαροχής στη μέση ελληνική πόλη, επιλέχθηκε το κεντρικό τμήμα της πόλης της Λαμίας ως περιοχή μελέτης. Ο λόγος είναι διότι για τη Λαμία υπάρχουν δεδομένα για να αναλυθούν και όχι γιατί αποτελεί ένα καλό ή κακό παράδειγμα αστικοποίησης. Επίσης η Λαμία εξελίχθηκε αστικά όπως σχεδόν όλες οι πόλεις που είναι πρωτεύουσες νομών, άρα τα συμπεράσματα από τη Λαμία μπορούν εύκολα να γενικευτούν και να γίνουν αντιληπτά και από κατοίκους άλλων πόλεων.

Κεντρικό τμήμα της πόλης ορίζεται ο χώρος από την «Άνοιξη» ως τον σιδηροδρομικό σταθμό, στον άξονα βορρά-νότου, και από το στρατόπεδο Τσαλτάκη ως την οδό Τυμφρηστού, στον άξονα ανατολής-δύσης. Ένας διευρυμένος χώρος του κέντρου της πόλης χωρίς να περιλαμβάνονται οι ιστορικές γειτονιές των Γαλανέικων, του Παγκρατίου, της Νέας Άμπλιανης, του Αφανού κλπ.

Κεντρικό τμήμα πόλης Λαμίας

Η έκταση του χώρου αυτού είναι σχεδόν 1000 στρέμματα και από αυτά τα 850 περίπου είναι τα οικοδομικά τετράγωνα και τα 150 οι δρόμοι και οι κοινόχρηστοι χώροι. Από τα 850 στρέμματα δομήσιμης επιφάνειας αυτή που δομήθηκε είναι ανάμεσα σε 60% και 70% ανάλογα με την περίοδο κατασκευής του κτιρίου. Όσο παλιότερο το κτίριο άρα και κοντύτερα στην περίοδο ακμής της αντιπαροχής, τόσο πιο κοντά το ποσοστό κάλυψης στο 70%.

Τουτέστιν ο δομημένος χώρος στο κεντρικό τμήμα της πόλης είναι από 510 – 595 στρέμματα, όταν οι κοινόχρηστοι χώροι είναι περίπου 20 στρέμματα. Δηλαδή έχουμε, στη μέση ελληνική πόλη, λίγο κάτω από 30 φορές (!) περισσότερο χτισμένο χώρο απ’ ότι ελεύθερο, ενώ οι ελεύθεροι χώροι είναι «ριγμένοι» και σε σχέση και με το οδικό δίκτυο, όπου για ένα στρέμμα πλατείας αντιστοιχούν 6 στρέμματα δρόμου.

Πληθυσμός ανά Οικοδομικό Τετράγωνο (ίδια επεξεργασία)

Ο πληθυσμός στην περιοχή αυτή είναι λίγο πάνω από 15.000 κατοίκους και αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 του συνολικού πληθυσμού της πόλης σύμφωνα με την απογραφή του 2011. Η Εικόνα 4 δείχνει τον πληθυσμό ανά οικοδομικό τετράγωνο και αυτό που παρατηρείται είναι πως δεν υπάρχει ομοιομορφία στην πληθυσμιακή κατανομή αλλά και πληθυσμιακή ανομοιομορφία στα οικοδομικά τετράγωνα ίδιου μεγέθους. Το ιστορικό κέντρο της κεντρικής περιοχής έχει χαμηλό πληθυσμό λόγω του ότι πολλά κτίρια στεγάζουν γραφεία και επιχειρήσεις και όχι κατοικίες, ενώ για την κατάσταση στην υπόλοιπη περιοχή μια πιθανή ερμηνεία είναι η ατομική/οικογενειακή ιδιοκτησία.

Μια πολυκατοικία που ιδιοκατοικείται ή που οι ιδιοκτήτες των διαμερισμάτων τα διατηρούν σε καλή κατάσταση έχει συνήθως περισσότερους κατοίκους από μια αντίστοιχη που είναι παρατημένη ή λιγότερο «οικογενειακή». Το φαινόμενο αυτό δημιουργεί διαφορετικές ανάγκες σε διάφορα σημεία της πόλης, για παράδειγμα κάποιες γειτονιές μπορεί να χρειάζονται τακτικότερη αποκομιδή σκουπιδιών ή περισσότερους ελεύθερους χώρους κοκ.

Ο πληθυσμός από μόνος του σε μια περιοχή όμως δε λέει κάτι, αυτό που μετράει είναι η πληθυσμιακή πυκνότητα και στην κεντρική περιοχή της πόλης της Λαμίας αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 17.500 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (τχ). Ο αριθμός αυτός είναι εφάμιλλος των αστικών πυκνοτήτων που παρατηρούνται σε πόλεις της Ινδίας, της Κίνας, της Νοτίου Κορέας και γενικότερα της νοτιοανατολικής Ασίας. Πολύ καλύτερος όμως από τον αντίστοιχο της Αθήνα (19.000 άνθρωποι/τχ) ή γειτονιών αυτής όπως η Καλλιθέα και η Νέα Σμύρνη με πάνω από 20.000 ανθρώπους ανά τχ. Βέβαια δεν υπάρχει ιδανική αστική πυκνότητα, αν και η σύγχρονη πολεοδομία υποστηρίζει πως οι πυκνές πόλεις έχουν υψηλότερη αειφορία (κοινωνική, οικονομική, περιβαλλοντική) από τις αραιές. Αλλά με ένα μέτρο όμως.

Στην Ευρώπη και κυρίως στις πόλεις του βορρά που χαρακτηρίζονται για την ποιότητα ζωής τους, η αστική πυκνότητα κυμαίνεται μεταξύ 4.000 – 6.000 κατοίκων/τχ, άρα για να ζει ποιοτικά ο κόσμος στο κεντρικό τμήμα της Λαμίας (και κατά συνέπεια στα κέντρα των περισσοτέρων ελληνικών πόλεων), θα πρέπει να μειωθεί ο πληθυσμός κατά 12.000 ή να παραμείνει στο κέντρο περίπου το 1/3 αυτών που ήδη ζουν εκεί. Η Εικόνα 5 δείχνει πως θα ήταν ο πληθυσμός ανά Οικοδομικό Τετράγωνο σε αυτή την περίπτωση.

Ιδανική Αστική Πυκνότητα χωρίς αλλαγή στα γεωγραφικά χαρακτηριστικά

Πέραν όμως της αστικής πυκνότητας, ένας άλλος δείκτης που μετρά την ποιότητα διαβίωσης είναι τα τετραγωνικά μέτρα ελεύθερου χώρου/άτομο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επισημαίνει ότι κάθε πόλη θα πρέπει να έχει τουλάχιστον 9 τετραγωνικά μέτρα (τμ) ελεύθερου χώρου για κάθε κάτοικο με την ιδανική έκταση να είναι τα 50τμ, με τις ευρωπαϊκές πόλεις να έχουν περίπου 18τμ ελεύθερου χώρου ανά άτομο, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επίσης, αυτός ο ελεύθερος χώρος θα πρέπει να είναι προσβάσιμος από όλους και όχι σε απόσταση μεγαλύτερη από 300 μέτρα από κάθε σπίτι.

Στην περίπτωση της Λαμίας έχουμε 20.000τμ ελεύθερου χώρου για περίπου 15.000 κατοίκους, δηλαδή κάπου στο 1,5τμ για κάθε κάτοικο. Ικανοποιητικά αν σκεφτούμε ότι μιλάμε για τα κέντρα των πόλεων, η Αθήνα δεν έχει ούτε 1τμ/κάτοικο και ότι το μέγιστο στην Ελλάδα είναι 2,5τμ/κάτοικο χρησιμοποιώντας περιαστικά πάρκα στη μέτρηση. Η μέση ελληνική πόλη θέλει δηλαδή 5 φορές περισσότερο ελεύθερο χώρο για να φτάσουμε το minimum του ΠΟΥ, 30 φορές περισσότερο για να φτάσουμε στο ιδανικό και 12 φορές για να φτάσουμε σε αυτό που έχουν οι ευρωπαϊκές πόλεις. Στην Εικόνα 6 φαίνονται πόσα Οικοδομικά Τετράγωνα αντιστοιχούν σε κάθε σενάριο.

Ελεύθεροι Χώροι ανά σενάριο

Ένα ακόμα πρόβλημα που δημιουργεί η πολλή υψηλή αστική πυκνότητα (απόρροια της αντιπαροχής) είναι ο μεγάλος κυκλοφοριακός φόρτος στους δρόμος και έλλειψη θέσεων parking. Στα πρώτα αρκετά χρόνια της αντιπαροχής, οι πολυκατοικίες δεν είχαν θέσεις parking κάτι που τα τελευταία 30 χρόνια αυτό έχει αντιστραφεί. Συνήθως όμως στα κέντρα των πόλεων οι πολυκατοικίες ανήκουν στην πρώτη περίοδο της αντιπαροχής, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι να παρκάρουν τα αυτοκίνητά τους, στους ούτως ή άλλως περιορισμένου πλάτους δρόμους.

Στην Ελλάδα αντιστοιχούν περίπου 500 αυτοκίνητα ανά 1.000 άτομα, με αυτό το ποσοστό να είναι ασφαλές να χρησιμοποιηθεί και για την πόλης της Λαμίας. Επομένως στο κεντρικό τμήμα της Λαμίας υπάρχου γύρω στα 7.500 αυτοκίνητα από τα οποία λίγο πάνω από τα μισά παρκάρουν στο δρόμο και όχι σε parking. Αυτό ισοδυναμεί περίπου με 30.000τμ υπαίθριων θέσεων parking, αφού ένα αυτοκίνητο καταλαμβάνει περίπου 8τμ. Τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα δηλαδή καταλαμβάνουν 10 στρέμματα περισσότερο χώρο από όλους τους ελεύθερους χώρους του κέντρου μαζί και αποτελούν το 1/4 του οδοστρώματος. Στην Εικόνα 7 φαίνεται πόσος χώρος αντιστοιχεί σε αυτοκίνητα και ο οποίος επειδή είναι στο οδόστρωμα είναι σε βάρος των πεζοδρομίων. Όλο το ιστορικό κέντρο.

Χώρος των υπαιθρίων παρκαρισμένων οχημάτων

Αυτή η κατάσταση που παρουσιάζεται παραπάνω (όπως έχει ήδη προειπωθεί) δεν ισχύει μόνο στην Λαμία αλλά υπάρχει σχεδόν σε όλες τις ελληνικές πόλεις, ανεξαρτήτου μεγέθους, η οποία οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην αντιπαροχή και τον κατακερματισμό της ιδιοκτησίας. Απλώς το παράδειγμα της Λαμίας χρησιμοποιήθηκε διότι η ποιότητα των δεδομένων είναι τέτοια που επιτρέπει μια ικανοποιητική ποσοτική ανάλυση του προβλήματος.

Το σημαντικότερο όμως δεν είναι το ότι η ποιότητα ζωής στις ελληνικές πόλεις είναι μεσαία προς χαμηλή, αλλά το ότι πλέον οι πόλεις είναι στο «παρά ένα» από το να μην μπορεί να γίνει τίποτα για αντιστραφεί αυτή η κατάσταση. Αφενός δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο που να ορίζει κάποια ελάχιστα κατώφλια στην διαβίωση, αφετέρου και να υπήρχαν, λόγω της πολυιδιοκτησίας δύσκολα κάποιος θα αναλάμβανε το κόστος κατεδαφίσεων ώστε να αναπνεύσουν οι πόλεις και οι πολίτες.

Η πολυιδιοκτησία δεν είναι αιτία όλων των δεινών των ελληνικών πόλεων, αλλά δυστυχώς δεν συμβάλει στη λήψη γρήγορων αποφάσεων και δεν βοηθά στην μεταμόρφωση των πόλεων ώστε να προσφέρουν ένα καλύτερο περιβάλλον ζωής στους κατοίκους τους. Η δημιουργία είναι πάντοτε πιο γοητευτική και ελπιδοφόρα από την καταστροφή, όμως στην προκειμένη περίπτωση το πρόβλημα δεν λύνεται χτίζοντας περισσότερο, ούτε στρουθοκαμηλίζοντας. Τη λύση σε αυτή την κατάσταση μπορεί να την δώσει μόνο η κοινωνία, αναθεωρώντας της σκέψη της για την ιδιοκτησία (η αξία των παλιών διαμερισμάτων βαίνει μειούμενη εδώ και πάνω από 10 χρόνια) και διεκδικώντας την εφαρμογή πολιτικών που έμπρακτα θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους, όπως έκανε ο θεσμός της αντιπαροχής στις προηγούμενες γενιές.

Βούλγαρης Ιωάννης
Επιστημονικός Συνεργάτης Δήμου Λαμιέων
Χωροτάκτης – Πολεοδόμος, M.Sc.
Αναλυτής Γεωγραφικών Δεδομένων, M.Sc.