ΚΛΕΙΣΙΜΟ
MENU
weather-icon 13 oC
Αναζήτηση:

Η θυσία της Αλαμάνας (του Γιάννη Γουργιώτη)

Η θυσία της Αλαμάνας (του Γιάννη Γουργιώτη)

Μαθητής του Β΄Γυμνασίου Λαμίας στη 10ετία του 1950, μακριά από το πατρικό σπίτι, στεγαζόμουν σε δωμάτιο κατοικίας κοντά στην πλατεία Διάκου. Τις ελεύθερες ώρες, με συμμαθητές μου, περνούσαμε μερικές ξέγνοιαστες στιγμές παίζοντας στην πλατεία, κάτω από τη σκιά του ανδριάντα του Αθανασίου Διάκου, ένα θαυμαστό μαρμάρινο καλλιτέχνημα για τον ήρωα της Επανάστασης του 1821.

Στη μαρμάρινη εικόνα του βιώναμε τις ένδοξες σελίδες της εθνικής μας ιστορίας, μια περίοδο γεμάτη από ιστορικά συμβάντα, των οποίων ο απόηχος δομούσε την εφηβική μας συνείδηση, διαμορφώνοντας έτσι την εγγενή μας ταυτότητα, με την οποία, εγώ προσωπικά, χάραξα τη δημιουργική μου πορεία, αταλάντευτα και προσδιοριστικά.

Η θυσία του Αθανασίου Διάκου, θυσία υπέρ Πατρίδος, επηρέασε βαθιά τον ψυχισμό μου. Λίγα χρόνια αργότερα, κουβαλώντας στη μνήμη μου την εικόνα του εθνικού ήρωα, στιχούργησα το παρακάτω ποίημα, σε ύφος και μέτρο δημοτικού 15σύλλαβου τραγουδιού. Μετά από πολύ δισταγμό, αποφασίζω σήμερα να το δημοσιοποιήσω στο φιλικό Λαμία ρεπόρτ, με τη βεβαιότητα ότι εκπληρώνω μια ελάχιστη αναγνώριση της προσφοράς του Ρουμελιώτη αγωνιστή της ελληνικής Επανάσταση, αλλά βασικά εκφράζω την ανεξίτηλη ανάμνηση θαυμασμού των παιδικών μου αισθημάτων.

Η ΘΥΣΙΑ ΤΗΣ ΑΛΑΜΑΝΑΣ

Μέσα στου νου το σάλεμα, στο αίμα και τη φρίκη,
Που ομηρικής συνθέτουν μάχης την εικόνα,
Με όψη τραχειά εκδικητή που μοιάζει θεία δίκη
Με τσακισμένο το σπαθί, ορθός μένει ακόμα.
Κοιτάζει γύρω του να δει, κανείς δεν απομένει,
Όλοι οι σύντροφοι νεκροί, κατάσπαρτοι στο χώμα.
Μα, να, ο Διάκος δε θρηνεί, όσο καιρός του μένει,
παρά το θάνατο σκορπά, τρόμο και συμφορά!
Κι όταν το αίμα και ο ιδρώς του λούζανε το σώμα,
Μπουλούκι ρίχνονται σωρό, απίστων κορακιά.
Χίλιες χρυσές, ολόχρυσες, αχτίνες πάνω στίλβουν
Στ΄ασημοχρύσωτα τσαπράζια του, στα κρόσια τ’ ασημιά
Που άλικες με τ΄άγιο του το αίμα ιριδίζουν,
Χρυσές ανταύγειες, όνειρα στη φωτεινή Απριλιά.
Στέκει ορθός, περήφανος μετά την άγρια πάλη
Κι ομπρός στο νικητή κρατά ολόστητο κεφάλι.
Και το χαμόγελο ανθεί στα ματωμένα χείλη.
Κι ενώ του στελνουν ευωδιές , έντονη μυρωδιά,
Τα λούλουδα της Ανοιξης, τ΄άγριο χαμομήλι,
Μ΄ένα πικρό παράπονο κοιτά γυροβολιά.
-«Στο μυροβόλο άνεμο που φέρνει ανατριχίλα,
Στο σμίξιμο της πλησμονής της νιότης και χαράς
Στέλνω γλυκά μηνύματα με θεϊκή ελπίδα.
Σκλάβος της μοίρας μου είμαι εγώ και φεύγω μονομιάς.
Μα δε λυπάμαι, δε θρηνώ, με θέλγει η θυσία.
Για της Πατρίδος την τιμή αρνούμαι τη ζωή μου
Όσο και να μαγεύεται μες τη φωτοχυσία
Του Απριλιού, στις καλλονές της Φύσης, η ψυχή μου».
Αγνός και μ΄ ωραιότητα ολύμπια προικισμένος,
Πέφτει ο αγέρωχος σα δρυς, ανασκολοπισμένος.
Κι αντιλαλήσαν τα βουνά το θρήνο, οι λαγκαδιές,
Κι έφεραν πέρα τις κραυγές της Άνοιξης τ’΄αηδόνια,
Και ράγισαν και θρήνησαν των σκλάβων οι καρδιές.
Ήτανε μαύρα κι άραχνα και δύσμοιρα τα χρόνια.

----------

Γιάννης Γουργιώτης