ΚΛΕΙΣΙΜΟ
MENU
weather-icon 11 oC
Αναζήτηση:

Μάτι: «Στον πρώτο μαύρο σάκο ήταν ο γιος μου και στον τέταρτο η σύζυγός μου» - Συγκλονίζουν οι καταθέσεις μαρτύρων στη δίκη

Μάτι: «Στον πρώτο μαύρο σάκο ήταν ο γιος μου και στον τέταρτο η σύζυγός μου» - Συγκλονίζουν οι καταθέσεις μαρτύρων στη δίκη

«Η δεξιά πλευρά του προσώπου μου είχε βράσει από το θερμικό φορτίο. Τα αυτιά μου, τα χείλη μου είχαν φουσκώσει μόνο από τη θερμική ακτινοβολία. Το παιδί και η γυναίκα μου ήταν στα αριστερά μου. Ήμουν φράγμα μπροστά τους. Μου φωνάζει η γυναίκα μου ‘το παιδί!’. Και το τυλίγω με την πετσέτα. Ανοίγω την πόρτα του οδηγού. Το διπλανό αυτοκίνητο είχε άνθρωπο μέσα. Έτρεχα με όλη μου τη δύναμη προς τη θάλασσα. Το μέρος που είχα απομνημονεύσει να πάω. Έβλεπα γύρω στα 5-6 μέτρα», περιέγραψε ο Παναγιώτης Ντάγκαλος που έχασε τη γυναίκα του κατά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.

Ο μάρτυρας καταθέτοντας ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, είπε όλα όσα έγιναν από τη στιγμή που βγήκε από το αυτοκίνητό του παίρνοντας στην αγκαλιά τον 3,5 ετών γιο του μετά την προτροπή της γυναίκας του, που έμεινε πίσω, να σώσει το παιδί. «Βρίσκω αδιέξοδο γιατί δεν έβλεπα. Στρίβω, κι άλλο αδιέξοδο. Βρήκα το δρόμο προς τη θάλασσα με τις φωτιές να πέφτουν πάνω μας. Τα εγκαύματα μου ήταν στα χέρια και τα πόδια. Ήταν καιόμενα κλαδιά, αν είχαν πέσει στο κεφάλι μου θα πέφταμε επί τόπου με το παιδί στον τόπο. Στο δρόμο για τη θάλασσα βρήκα μια ηλικιωμένη κυρία. Δεν ξέρω αν τα κατάφερε. Όλα αυτά 50 μέτρα από τη θάλασσα! Με όλη μου τη δύναμη έτρεξα προς τη θάλασσα. Φτάνω και με την κουβέρτα που είχα τυλίξει το παιδί μου, που κάηκε σε πολλά σημεία, μπήκαμε στη θάλασσα και σκεπαστήκαμε με αυτή. Άλλοι που δεν είχαν πετσέτα καιγόντουσαν μέσα στη θάλασσα. Έπεφταν οι καύτρες. Αυτό έγινε 18.40. Ο χρόνος που είχαμε για να διαφύγουμε ήταν αυτό το διάστημα».

Όταν οι συνθήκες έδειξαν να είναι καλύτερες προσπάθησε να βρει την σύζυγο του, αφήνοντας το παιδί του στην οικογένεια ενός συναδέλφου του. «Άρχισα να ρωτάω για τη γυναίκα μου αν την είχε δει. Είχε βραδιάσει και αποφάσισα να την ψάξω. Αφήνω το παιδί μου με τη μητέρα του συναδέλφου μου. Ανέβηκα στη στεριά και δεν την έβρισκα πουθενά στην παραλία. Στη θάλασσα δεν υπήρχε τίποτα άλλο εκτός από ανθρώπους. Δεν υπήρχε το λιμενικό, δεν υπήρχα κάποιος να μας σώσει. Μόνο κάποια στιγμή είδα βαρκούλες που προσπαθούσαν να επιβιβάσουν κάποιους ανθρώπους. Είχαν ηρεμήσει κάπως τα πράγματα και αποφασίζω να την ψάξω από το ίδιο μονοπάτι. Βρέθηκα στην λεωφόρο Ποσειδώνος. Αμάξια παντού. Αλλά να καίγονται, αλλά όχι. Δέντρα να έχουν αρπάξει φωτιά. Πήγα προς το αυτοκίνητό μας. Όσο περπατούσα έβλεπα τα πάντα καμμένα. Όταν έφτασα στο αμάξι βρήκα ένα κουφάρι, έναν απανθρακωμένο βράχο. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήταν η γυναίκα μου αυτή. Λέω κάποιος θα παράτησε και θα έπεσε κάτω. Δεν πίστευα ότι είναι το αυτοκίνητο μας. Κοίταξα την πινακίδα για να βεβαιωθώ».

Επέστρεψε άμεσα στη θάλασσα, στο παιδί του, ενώ λίγη ώρα αργότερα, γυρίσω στις 20.30 ήρθαν διασώστες που τους οδήγησαν σε ξενοδοχείο μέσα από δρομάκια. «Συνάντησα ανθρώπους καμένους και πεθαμένους. Είτε στη στεριά, σε δρόμους παντού. Θέλω να σας πω ότι εγώ και η οικογένεια μου ήμασταν 180 μέτρα από τη θάλασσα. Η φωτιά μας έκαψε στις 18.40 δηλαδή 2,5 ώρες μετά την έναρξη της. Αυτός ο χρόνος δεν ήταν αρκετός για να σωθεί η οικογένεια μου. Εγώ και το παιδί μου δεν σηκωθήκαμε! Για να είμαι εδώ και να σας περιγράφω όσα έγιναν, σωθήκαμε κατά τύχη. Σωθήκαμε κατά τύχη 180 μέτρα από τη θάλασσα. Δεν βρέθηκε κανείς να μας ειδοποιήσει με οποιοδήποτε τρόπο. Όσοι κάηκαν εκεί δεν είχαν άλλη επιλογή».

Με λυγμούς συνέχισε λέγοντας: «Δεν θα ξεχάσω τον άνθρωπο που έβλεπα στο δίπλα αμάξι από μένα και όταν έφευγα ήταν ακόμα στο αμάξι του. Η Πολιτεία ασχέτως καιρικών συνθηκών δεν δέχομαι ότι δεν είχε επαρκή χρόνο και γνώσεις για να μας αποτρέψουν από αυτή την καταστροφή. Είμαι πολύ αγανακτισμένος και νευριασμένος με αυτό που έγινε. Δεν είναι αμέλεια. Δεν πήραν απόφαση στη στιγμή. Είχαν ώρες να αποφασίσουν. Δεν βρέθηκε η φωτιά από την εστία της ξαφνικά στο Μάτι. Αν εμείς καήκαμε 180 μέτρα από τη θάλασσα, άλλοι πνίγηκαν μέσα στη θάλασσα! Το 2022; Που ζούμε; Ψάχνω δικαιολογία και δεν μπορώ να βρω! Από τύχη γλιτώσαμε και είμαστε αντιμέτωποι με τα ψυχολογικά μας, την πραγματικότητα που ζούμε και τις επαναλαμβανόμενες αστοχίες της πολιτείας να προστατεύσει τη ζωή των πολιτών. Το είδαμε με το παιδί στις Σέρρες! Στο σχολείο του γιου έπεσε κολώνα φωτισμού μέσα στο προαύλιο. Αν ήταν πρωί θα σκότωνε παιδιά. Είναι απίστευτο αυτό που ζω! Το ζω και το ξαναζώ μετά από 4 χρόνια!».

Τραγωδία στην Ελλάδα

Ο Κορζενιοφσκι Ζαροσλαφτς ήρθε το καλοκαίρι του 2018 στην Ελλάδα από την Πολωνία με την γυναίκα και το γιο του για διακοπές. Ποτέ δεν φαντάστηκε ότι θα έχανε και τους δύο σε μία καταστροφική πυρκαγιά.

«Ήρθαμε να περάσουμε με ασφάλεια όμορφες διακοπές στην Ελλάδα. Όλα ήταν καλά μέχρι τις 23 Ιουλίου. Είδαμε πυκνούς καπνούς και δυνατό αέρα. Είδαμε ένα ελικόπτερο. Ρωτούσαμε αν όλα είναι καλά. Οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου μας καθησύχασαν ότι δεν είναι μεγάλη η φωτιά. Ανεβήκαμε στον πρώτο όροφο. Από μακρυά είδα φωτιά και μαύρους καπνούς κοντά στο ξενοδοχείο και διαμαρτυρήθηκα στη ρεσεψιόν. Τότε οι υπάλληλοι μας είπαν να φύγουμε. Αμέσως πήγαμε στα δωμάτιά μας για να πάρουμε παπούτσια και πράγματα. Εκείνη τη στιγμή είδα νερό να τρέχει στο ξενοδοχείο. Είπα στη σύζυγο μου να πάρει το παιδί και να πάει στην πισίνα, εγώ πήγα στο δωμάτιο να πάρω διαβατήρια. Κατέβηκα και μου είπαν ότι τους έδιωξαν όλους προς Ραφήνα».

Όπως περιέγραψε, προσπαθούσε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τη γυναίκα του. «Άρχισα να τρέχω και να ψάχνω τη γυναίκα μου και το παιδί. Η κατάσταση ήταν τρομερή. Είδα σε μια βάρκα τη γυναίκα και το παιδί. Νόμιζα ήταν οργανωμένη διάσωση. Η σύζυγος μου φώναζε να πάω και εγώ πάνω στη βάρκα. Ήταν πολλά άτομα φοβόμουν να μπω και εγώ. Τους είπα πηγαίνετε εσείς και εγώ θα τα καταφέρω. Ήμουν σίγουρος πως θα σωθεί. Έπαιρνα το τουριστικό γραφείο να μάθω αν είχαν σωθεί, αν ήταν στη βάρκα. Μου τηλεφώνησε ο αδερφός μου από Πολωνία ότι η σύζυγος μου του είπε ότι ήταν στη βάρκα με το παιδί και ρωτούσε για μένα. Είπα στον αδερφό μου να της πει να σωθούν και να μην σκέφτεται εμένα. Μου είπε ότι ξαναμίλησε και του είπε ότι δεν είχε άλλη μπαταρία. Όταν τελείωσε η φωτιά γυρίσαμε στο ξενοδοχείο. Καμία βοήθεια. Παρατήρησα κάτι πυροσβέστες και τους είπα για την γυναίκα μου. Τους ακολούθησα».

«Υπήρχαν 4 μαύροι σάκοι. Στον πρώτο ήταν ο γιος μου και στον τέταρτο η σύζυγος μου»

Ο μάρτυρας περιέγραψε πώς έμαθε τελικά ότι η οικογένεια του δεν επιβίωσε γιατί η βάρκα αναποδογύρισε και πνίγηκαν! «Η προϊσταμένη του γραφείου ήρθε με πήρε και πήγαμε μαζί στη Ραφήνα. Πήγαμε στο λιμεναρχείο. Με φωνάξανε και με ρώτησαν αν φορούσε κάτι στο λαιμό του το παιδί. Κατάλαβα ότι τους είχαν βρει. Σε ένα μικρό κτίριο υπήρχαν 4 μαύροι σάκοι. Στον πρώτο ήταν ο γιος μου και στο τέταρτο η σύζυγος μου. Αυτή η τραγωδία δεν θα είχε συμβεί αν λειτουργούσαν οι υπηρεσίες. Κανείς δεν έκανε τίποτα. Πιστεύω ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη. Από τότε η ζωή μου έχει τελειώσει όπως και όλων εδώ. Σας παρακαλώ πολύ για την απονομή δικαιοσύνης, παίρνω χάπια, δεν μπορώ να ζήσω».

Τραγωδία στην Ελλάδα
Πηγή: enikos.gr