MENU
weather-icon 26 oC
Αναζήτηση:

Η ακρίβεια μειώνει την κατανάλωση, αλλά αυξάνει τις δαπάνες – Οι αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες των Ελλήνων

Η ακρίβεια μειώνει την κατανάλωση, αλλά αυξάνει τις δαπάνες – Οι αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες των Ελλήνων

Η κατά κεφαλήν δαπάνη για τρόφιμα το 2023 έφτασε τα 1.670 ευρώ

Η κατά κεφαλήν δαπάνη στα σούπερ μάρκετ εμφανίζεται μειωμένη σε όγκο, λόγω της συνεχιζόμενης ακρίβειας που επηρεάζει την ελληνική οικονομία. Παρόλο που οι Έλληνες αγοράζουν μικρότερες ποσότητες προϊόντων, η συνολική δαπάνη ανά άτομο αυξήθηκε κατά 3,37% το περασμένο έτος, φτάνοντας τα 2.144 ευρώ.

Αυτό φανερώνει πως οι καταναλωτές δαπανούν πλέον μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών. Ενδεικτικά, το 2009, το ποσοστό του εισοδήματος που δαπανήθηκε για βασικά αγαθά ήταν 37,90%, ενώ το 2023 εκτοξεύθηκε στο 44,61%, κυρίως εξαιτίας των αυξήσεων στις τιμές τροφίμων και ενοικίων.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) και στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση αυτή γίνεται πιο εμφανής όταν συγκρίνουμε τη δαπάνη για είδη παντοπωλείου με το 2009, την περίοδο πριν από την κρίση. Το 2023, η συνολική δαπάνη των Ελλήνων για είδη παντοπωλείου εκτιμήθηκε στα 21,6 δισ. ευρώ, ελαφρώς μειωμένη από τα 22,1 δισ. ευρώ το 2009. Αν και το ποσό αυτό φαίνεται μικρότερο σε απόλυτους αριθμούς, η ακρίβεια και η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος αναγκάζει τους πολίτες να ξοδεύουν περισσότερα για βασικά αγαθά σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.

Η κατά κεφαλήν δαπάνη για τρόφιμα το 2023 έφτασε τα 1.670 ευρώ, ενώ οι δαπάνες για άλλα είδη παντοπωλείου ήταν 474 ευρώ και για την εστίαση 866 ευρώ. Οι βασικές δαπάνες που αφορούν διατροφή, ηλεκτρισμό και καύσιμα αντιστοιχούσαν στο 44,61% του συνολικού προϋπολογισμού των νοικοκυριών το 2023, σε σύγκριση με το 37,90% το 2009. Αυτή η μεταβολή δείχνει ξεκάθαρα ότι οι Έλληνες χρειάζονται πλέον να διαθέτουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους, για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες διαβίωσης.

Παράλληλα, οι αγοραστικές συνήθειες έχουν αλλάξει σημαντικά. Για παράδειγμα, ενώ η δαπάνη για ψωμί αυξήθηκε κατά 10% το 2023 σε σχέση με το 2022 και κατά 23% από το 2009, η κατανάλωση ψωμιού σε ποσότητες έχει μειωθεί. Αυτή η τάση δεν αφορά μόνο το ψωμί, αλλά και άλλες κατηγορίες τροφίμων, όπως τα ζυμαρικά. Αντίστοιχα, η δαπάνη για μοσχαρίσιο κρέας αυξήθηκε κατά 6% το 2023, ενώ για αιγοπρόβατα η αύξηση ήταν εντυπωσιακή, φτάνοντας το 64%. Παρ’ όλα αυτά, η κατανάλωση αυτών των κρεάτων σε ποσότητες έχει μειωθεί, με τους καταναλωτές να στρέφονται περισσότερο σε φθηνότερες πηγές πρωτεΐνης, όπως τα πουλερικά και το χοιρινό.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων. Ειδικότερα, η κατανάλωση πλήρους γάλακτος έχει μειωθεί αισθητά, ενώ η ζήτηση για προϊόντα με χαμηλά λιπαρά και αυγά παραμένει σταθερή. Σημαντική είναι επίσης η αύξηση στη δαπάνη για ελαιόλαδο, η οποία αυξήθηκε κατά 28% το 2023, παρόλο που η συνολική κατανάλωση ελαιολάδου έχει μειωθεί κατά περίπου 35% από το 2009. Αντίστοιχη μείωση καταγράφεται και στην κατανάλωση ψωμιού, που έχει περιοριστεί κατά 6%, όπως επίσης και στα φρούτα, τα λαχανικά και τον καφέ, που εμφανίζουν μειώσεις στην κατανάλωση κατά 11%, 15% και 10% αντίστοιχα.

Παρά τις αυξήσεις στα τρόφιμα, όπως γράφει και το newsbeast.gr, οι καταναλωτές δείχνουν προτίμηση σε πιο οικονομικές αγορές, περιορίζοντας την κατανάλωση βασικών προϊόντων και αναζητώντας πιο οικονομικές λύσεις. Αυτή η τάση αναδεικνύεται από την αύξηση της κατανάλωσης φαγητού εκτός σπιτιού, με τη δαπάνη να αυξάνεται κατά σχεδόν 40% το 2023 σε σχέση με το 2022. Ο τομέας του take-away φαίνεται να κερδίζει έδαφος, καθώς οι καταναλωτές προτιμούν γρήγορες και προσιτές λύσεις, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται αύξηση στη δαπάνη για προϊόντα οικιακής και προσωπικής φροντίδας κατά 16%.

Τέλος, ιδιαίτερη σημασία έχει η αύξηση στις δαπάνες για το ενοίκιο και τον ηλεκτρισμό. Το 2023, οι τιμές των ενοικίων αυξήθηκαν κατά 16%, ενώ ο ηλεκτρισμός παρουσιάζει διαχρονική αύξηση 74% από το 2009. Παρά τις αυξήσεις αυτές, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας δεν αυξήθηκε αναλογικά, γεγονός που υποδεικνύει ότι τα νοικοκυριά προσπαθούν να περιορίσουν τη χρήση τους για να αντισταθμίσουν τις αυξήσεις στις τιμές.

Οι αλλαγές αυτές στις καταναλωτικές συνήθειες υπογραμμίζουν τη στροφή των Ελλήνων προς πιο οικονομικές επιλογές, αλλά και την επίπτωση της ακρίβειας στην ποιότητα της διατροφής και της καθημερινής τους ζωής. Η μείωση της κατανάλωσης βασικών υγιεινών τροφίμων, όπως το ελαιόλαδο και τα φρούτα, σε συνδυασμό με την αυξημένη κατανάλωση έτοιμου φαγητού, ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες τόσο στην ποιότητα της διατροφής όσο και στη γενικότερη υγεία των Ελλήνων τα επόμενα χρόνια. Αν οι τάσεις αυτές συνεχιστούν, η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινώσει τη συνολική ευημερία και υγεία του πληθυσμού.