ΚΛΕΙΣΙΜΟ
MENU
weather-icon 14 oC
Αναζήτηση:

Στον Κώστα Γεωργουσόπουλο, που έφυγε…

Στον Κώστα Γεωργουσόπουλο, που έφυγε…

Στον Κώστα Γεωργουσόπουλο των Γραμμάτων, της Τέχνης και του Πολιτισμού, που γεννήθηκε στη Λαμία στις 17 Σεπτ. 1937, και παιδάκι ακόμη, έμαθε να γράφει με πένα, μελανοδοχείο και στυπόχαρτο. Στον Κώστα Γεωργουσόπουλο, το ιδιαίτερα ξεχωριστό και σημαντικό μέλος του Ομίλου Φθιωτών Λογοτεχνών & Συγγραφέων.

Γράφει η Λίλη Τσώνη,

Πρόεδρος του Ομίλου Φθιωτών Λογοτεχνών & Συγγραφέων

ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Ένας κύκλος ζωής έκλεισε, για έναν ακόμη άνθρωπο των Γραμμάτων. Ο κύκλος του έργου του, όχι. Έτσι γίνεται πάντα, άλλωστε. Θα συνεχίζει να είναι μια σπουδαία αναφορά μέσα από τα έργα του στις θύμησες, στα ράφια μιας βιβλιοθήκης, στις μηχανές αναζήτησης…

Με προπάππο από την Υπάτη, παππού από τον Δομοκό και μητέρα από την Αταλάντη, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λαμία. Οι γονείς του ήταν εκπαιδευτικοί. Η μητέρα του, σε μια κρίσιμη στιγμή, επέλεξε το καλύτερο σχολείο για εκείνον. Ο ίδιος, είχε στη διάθεσή του την πλούσια, ή μάλλον τεράστια, βιβλιοθήκη του πατέρα του, και το ταλέντο να γράφει στίχους από τα 12. Η πατρική του οικογένεια, με τους τρεις γιούς της, πέρασε και η ίδια μέσα από τα ups και downs εκείνων των πολυτάραχων καιρών.

Μοιάζει με σελίδα νουβέλας, μια σελίδα από τη ζωή του μικρού μαθητή, Κώστα Γεωργουσόπουλου, στα χρόνια του Δημοτικού σχολείου. Συνήθιζε, λοιπόν, να αναφέρει με νοσταλγία και αγάπη ότι είχε φοιτήσει στη Σχολή Παπαρούπα, που ήταν το μοναδικό ιδιωτικό Σχολείο της Λαμίας, και λειτουργούσε μόνο με τις τάξεις του Δημοτικού. Μια ανεπάντεχη πολυτέλεια για τα Γράμματα και τους μικρούς μαθητές του, και μάλιστα σε επαρχιακή πόλη, και σε χρόνια που η σταθερότητα πάσχιζε να πάρει τη θέση της αναστάτωσης και του χάους.

Και, βέβαια, δεν ξέρω αν θα γινόταν μαθητής εκείνου του σχολείου ο μικρός Κώστας Γεωργουσόπουλος, αν εκείνο το πρωί δεν είχε ακολουθήσει τη δασκάλα μητέρα του στο σχολείο, όπου εκείνη θα δίδασκε, και ο ίδιος θα ήταν ένας από τους μαθητές της. Ούτε αν δεν είχε αντιδράσει όπως αντέδρασε, σαν βρέθηκε μέσα στην τάξη.

Εκείνος, ήταν μικρό παιδί. Και αυτή εδώ η τάξη, δεν ήταν μια συνηθισμένη σχολική τάξη. Ήταν το οστεοφυλάκιο του κοιμητηρίου. Που το είχαν επιτάξει για να παίξει αυτόν ακριβώς τον ρόλο, τον ρόλο μιας σχολικής τάξης. Ήταν ένα μακάβριο θέαμα. Το παιδί κατατρόμαξε αλλά δεν έκανε πίσω. Δεν θα συμβιβαζόταν. Δεν ξαναπάω σχολείο, δήλωσε. Το εννοούσε. Αργότερα, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος πίστευε ότι, αν η μητέρα του εκείνη τη στιγμή δεν είχε σεβαστεί τα συναισθήματα του παιδιού της και δεν τα είχε συμμεριστεί, αν δεν είχε σκεφθεί έξυπνα και δεν είχε δράσει άμεσα, δεν θα είχε την ευκαιρία να φοιτήσει στο σπουδαίο εκείνο σχολείο, τη Σχολή Παπαρούπα. Όσα πήρε ο μικρός μαθητής από τον ίδιο τον Θανάση Παπαρούπα, υπήρξαν καθοριστικά για τη μετέπειτα ζωή του. Αφού, όπως μου είχε πει ο ίδιος, δεν ήταν μονάχα οι γραμματικές γνώσεις, άλλωστε, η δασκάλα μητέρα του, παρακολουθούσε το πρόγραμμά του. Ήταν μια σειρά από πράγματα που δυνάμωναν τον τρόπο σκέψης του και τον βοηθούσαν να διευρύνει σταθερά και υποσυνείδητα το πνεύμα του σε κατευθύνσεις που ακολούθησε αργότερα στη ζωή του.

Θυμόταν λοιπόν ότι, σε εποχές που οι άνθρωποι έκρυβαν την εφημερίδα που αγόραζαν, ο Θανάσης Παπαρούπας έμπαινε στην τάξη κρατώντας πρωί- πρωί στα χέρια του τα ΝΕΑ. Διάβαζε μαζί τους το χρονογράφημα της ημέρας, με χρονογράφο πάντα τον Ψαθά… Αγάπησαν τη γλώσσα, την ποίηση, το θέατρο. Η Σχολή Παπαρούπα ήταν πολύτιμο ορόσημο για εκείνον. Του ταίριαζε. Εκεί ξεκλείδωσε τον λογοτεχνικό εαυτό του, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος. Και λίγο πριν το πέρασμα από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, πήρε μέρος με εκθέσεις του στον Τόμο Τ΄Αγρολούλουδα, μια σπουδαία ιδέα του Θανάση Παπαρούπα. Προέτρεπε λοιπόν τα παιδιά της Έκτης, μετά το μάθημα του Σαββάτου και το μεσημεριανό φαγητό, αν συμφωνούν, να παίρνουν την πένα τους, το μελανοδοχείο και το στυπόχαρτο, και αφού επιλέξουν από 10 προτεινόμενα θέματα, να γράψουν γι΄αυτό. Έτσι, τα παιδιά πήραν στα χέρια τους τα έργα τους, σε μια σπουδαία έκδοση για την εποχή, από τις εκδόσεις Πεχλιβανίδη. Για τον μικρό απόφοιτο, Κώστα Γεωργουσόπουλο, εκείνη θα ήταν η πρώτη του έκδοση έργων του, από τις επόμενες που έμενε να ακολουθούσαν. Μάλιστα, στ΄Αγρολούλουδα, είχε γράψει τα περισσότερα…

Δεν ήταν τυχαίο που έστελναν τα παιδιά τους εκεί, όσοι έβλεπαν μπροστά, μου
είχε πει. Κάποιοι, μπορούσαν να ξοδέψουν για τα παιδιά τους. Κάποιοι άλλοι, τα έστελναν με το υστέρημά τους. Έστελνε τα παιδιά του εκεί και ο γιατρός ο Τσαγγάρης, όχι γιατί είχε κλινική και χρήματα, αλλά γιατί, κυρίως η γυναίκα του, που ήταν Ευρωπαία, έβλεπε ότι εκεί θα άνοιγαν οι ορίζοντες των παιδιών της. Δεν ήταν όλοι οι μαθητές της Σχολής Παπαρούπα εύποροι. Τυχεροί ήταν. Η μάνα μου, δεν θα μπορούσε, μέσα στον Εμφύλιο, να μπει με την εφημερίδα στα χέρια και να αναλύσει τον Ψαθά στην τάξη της, κατάλαβες;

ΣΤΑ ΤΑΡΑΓΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ

Ύστερα, εγώ είχα και την τύχη να έχω και τους δυο γονείς εκπαιδευτικούς, ο πατέρας μου ήταν φιλόλογος. Βέβαια, στον εμφύλιο, και εξόριστος ήταν και εμείς οι υπόλοιποι, η μάνα μου και τα δυο του τα αδέρφια, μέναμε στη Λαμία και στη συνέχεια εκείνος κρυβόταν στην Αθήνα και παρέδιδε μαθήματα, κάπως έπρεπε να μας συντηρήσει… Ξαναμπήκε σε τάξη επί Πλαστήρα, μάλιστα έγινε Γυμνασιάρχης στη Θεσσαλία, στην Καλαμπάκα. Αυτό που θέλω να σου πω, είναι ότι διάβαζε πολύ. Έτσι, είχαμε στο σπίτι μας μια πλούσια, μια τεράστια βιβλιοθήκη. Με 9.000 βιβλία! Δεν τα διάβασα όλα από την αρχή μέχρι το τέλος, ολόκληρα, αλλά μπορεί και να διάβασα κάτι από όλα! Έκανε σωστή δουλειά ως φιλόλογος, ο πατέρας μου. Και ότι περισσότεροι από μια ντουζίνα μαθητές του, έγιναν καθηγητές Πανεπιστημίου, δεν είναι καθόλου τυχαίο!

ΑΡΓΟΤΕΡΑ, ΣΤΙΣ ΔΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ, ΟΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΕ

Συμβούλευε τους σπουδαστές να διαβάζουν τη Μεγάλη Λογοτεχνία, Μπαλζάκ, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι... Αλλά να μην φέρνουν στο θέατρο τη λογοτεχνία, πεζογραφία ή ποίηση. Να μην την θεατροποιούν. Κι ας βγαίνουν ωραίες παραστάσεις μέσα από λογοτεχνικά κείμενα. Υπάρχουν σπουδαία παλιά και σύγχρονα θεατρικά έργα. Και γράφονται νέα. Ο ίδιος έμαθε θέατρο, έλεγε, με έναν πολύ απαιτητικό, σχεδόν τυραννικό, δάσκαλο. Στην επιτροπή των πτυχιακών εξετάσεων συμμετείχαν ο Μυράτ και ο Κατσέλης. Το πτυχίο του, το πήρε με άριστα. Δήλωνε και ότι δεν του αρέσει ο ελληνικός σκηνικός Postmodernism, ως κίνημα, στερείται σημαντικών στοιχείων, είναι απλά μια ευκολία.

ΕΝΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, είχε μια περίοδο προσωπικής ακμής για τουλάχιστον 60 χρόνια, ως συγγραφέας, μεταφραστής, κριτικός θεάτρου και στιχουργός, σπουδές στο Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών / Department of History & Archaeology of the NKUA, και στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών / Athens
Conservatoir Drama School. Είχε αναγνωριστεί από την αρχή και είχε κερδίσει τον σεβασμό όλων. Το βιογραφικό του, επίσης σημαντικό:

Από 1960 και μετά, συνεργαζόταν με τις μεγαλύτερες εφημερίδες.

1964 (μέχρι 1999) Εργάζεται στην ιδιωτική και δημόσια εκπαίδευση.

1971, ξεκινάει η συνεργασία του ως κριτικός θεάτρου, με το ΒΗΜΑ και στη συνέχεια με τα ΝΕΑ,

1978, επιμελήθηκε το βιβλίο Δραματική Ποίηση, που θα διδασκόταν στα Γυμνάσια της χώρας για τα επόμενα 25 χρόνια (ανάθεση Υπ. Παιδείας & Θρησκευμάτων)

1986, βραβεύεται με το Αο Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου (Τα μετά το θέατρο)

1990, αρχίζει να διδάσκει ως επιστημονικός συνεργάτης, στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

1999, βραβεύεται από την Ακαδημία Αθηνών (από τον Στρίντμπερκ & τον Τσέχωφ στον Πιραντέλλο & τον Μπέρτολτ Μπρέχτ)

2000 τιμάται με Χρυσό Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών,

από το 2003 αναλαμβάνει ως Πρόεδρος του Κέντρου Μελέτης & Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου - Θεατρικού Μουσείου,

2006, αναγορεύεται Επίτιμος Διδάκτορας του Τμήματος θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών,

2008, του απονέμεται το Μεγάλο Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο, για το συνολικά του έργο.

2013 - 2015 Διετέλεσε διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου.

Στην ίδια Σχολή δίδασκε, για χρόνια, Δραματολογία.

Διετέλεσε Πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου,

Διετέλεσε 20 χρόνια Πρόεδρος της Επιτροπής Θεάτρου του Υπουργείου Πολιτισμού.

Ήταν Ιδρυτικό μέλος του Κέντρου Έρευνας και Πρακτικών Εφαρμογών Αρχαίου Ελληνικού Δράματος.

Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ήταν παντρεμένος με την Ναυσικά Μάργαρη, εκπαιδευτικό, και απέκτησαν μια κόρη, την Εύα.

ΚΑΙ ΕΝΑ ΨΕΥΔΩΝΥΜΟ…

Με το ψευδώνυμο Κ.Χ. Μύρης, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος έγραψε τα διηγήματα Η Καμπάνα-Οδάξ, 1985, την ποιητική συλλογή Αμήχανον Τέχνημα & Παραβαση, 1971, 1980, συλλογή τραγουδιών που μελοποίησαν γνωστοί συνθέτες, 1980 (Γιάννης Μαρκόπουλος, Γιάννης Σπανός, Ελένη Καραΐνδρου κ.ά.) και το μεταφραστικό έργο του, έργο που κυρίως αναφέρεται στο αρχαίο δράμα.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι δήλωνε δεν είμαι επαγγελματίας στιχουργός, ενώ η σκέψη ευτελισμού του αρχαίου δράματος, τον τρόμαζε.

Μετέφρασε, υποδειγματικά, έργα των τεσσάρων κορυφαίων:

Αισχύλου: Ικέτιδες, Ορέστεια, Προμηθέας Δεσμώτης, Επτά επί Θήβας

Σοφοκλή: Ηλέκτρα, Αντιγόνη, Τραχίνιες, Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ, Αίας.

Ευριπίδη: Ιφιγένεια εν Αυλίδι, Βάκχες, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Εκάβη, Κύκλωψ, Ελένη, Ανδρομάχη, Τρωάδες.

Αριστοφάνη: Λυσιστράτη, Πλούτος, Θεσμοφοριάζουσες, Εκκλησιάζουσες, Νεφέλες, Ιππής.

Μετέφρασε επίσης, τον Ταρτούφο του Μολιέρου.

Στους παρακάτω Τόμους έχουν εκδοθεί κριτικά δοκίμια, επιφυλλίδες, σχόλια:

1982, Κλειδιά και κώδικες θεάτρου, Ι, Αρχαίο δράμα,

1984, ΙΙ, Ελληνικό Θέατρο,

1984, Οι πλάγιες ερωτήσεις του Πορφύριου,

1985, Τα μετά το θέατρο,

1992, Προσωπολατρία,

1993, Θίασος Ποικιλιών,

1996, Νήμα της στάθμης,

1998, Παγκόσμιο θέατρο, 1, Από τον Μένανδρο στον Ίψεν,

1999, Παγκόσμιο θέατρο, 2, Από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλλο και τον Μπρεχτ,

2000, Παγκόσμιο θέατρο, 3, Από τον Μίλλερ στον Μύλλερ.

Ο ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΣ. Ο ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΕΒΑΣΤΗΚΑΝ ΟΛΟΙ.

Άτομο βαθιά σκεπτόμενο και αυστηρά συνεπές στη συνεργασίες του, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, δεν έκρυβε τις σκέψεις του. Δεν μασούσε τα λόγια του. Τα έλεγε έξω από τα δόντια. Ήξερες ποιον έχεις μπροστά σου, ποιον θα αντιμετωπίσεις.

Και, το κυριότερο ίσως, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος δεν υποκλινόταν σε κάτι που δεν σεβόταν, δεν συμπαθούσε τους ασύστολους κόλακες, και τους ασύστολους δήθεν της καθημερινότητας, εκείνους που αυτοονομάζονται ό,τι θα επιθυμούσαν να είναι, και δεν είναι.

Τον απασχολούσε και τον ενοχλούσε κάθε κίνηση υποβάθμισης της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών στη χώρα μας και καθιστούσε επίσημα υπεύθυνους, για την οποιαδήποτε υποτίμηση της Αρχαίας Ελληνικής και τη μη σωστή διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας, τους εκάστοτε κυβερνώντες, πέρα από κόμματα και κάστες.

Τον προβλημάτιζε το έλλειμμα κουλτούρας και η αγραμματοσύνη, που διαπίστωνε σε όλους τους κύκλους, και δεν θα έπρεπε να υπάρχει, και μάλιστα να περισσεύει, στην εποχή μας. Μα πιο πολύ τον προβλημάτιζε η συνεχιζόμενη αδιαφορία, η βιασύνη και η προχειρότητα, ατόμων και συνόλων, όπου τη διαπίστωνε.

Ανησυχούσε και για τον κίνδυνο τυχόν ανοδικής υποβάθμισης του σκοπού και της αισθητικής, κυρίως του Ηρωδείου, που, όπως έλεγε, ο κόσμος πάντα θα το θυμάται με ασφυκτικά γεμάτο το αμφιθέατρό του, μπροστά στη Maya Plisetskaya, τον von Karajan, τον Rotsopovich, τη Martha Graham και τόσους άλλους, και του Αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου, για το οποίο έλεγε ότι δεν είναι δυνατόν αυτό το τεράστιο Αρχαίο θέατρο να αφιερώνεται για μονόλογο του Beckett! Πίστευε δε, ότι συγχέουμε τα φεστιβάλ στην Ευρώπη, με ένα καλλιεργημένο κοινό που, μαζί με τους σκηνοθέτες, μπορεί να αντέξει πειραματισμούς. Στην Ελλάδα, το κοινό που έρχεται στο Ηρώδειο και την Επίδαυρο, έχει ανάγκη να δει προϊόντα υψηλής τέχνης.

Πίστευε βαθιά στην αξία και τη δυναμική των νέων Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων και, αποφασιστικά, κατάφερε να πάρει το νεοελληνικό έργο (όπως του Καμπανέλλη, του Μάτεσι και άλλων) από το περιθώριο, να το φέρει στο προσκήνιο και να το επιβάλει, μολονότι ταυτόχρονα εισέπραττε διάφορες ταπεινώσεις. Αυτή την πατρότητα, που του ανήκε, του άρεσε να λέει ότι τη διεκδικεί…

Ως κριτικός θεάτρου για 45 συνεχόμενα χρόνια, κάθε εβδομάδα, τόνιζε ότι ένιωθε, συχνά, πως ήταν εκεί για να διορθώνει τα ελλείμματα της Παιδείας.

Έμεινε στο ΒΗΜΑ από το 1971 μέχρι το 1980, όταν έκλεισε το καθημερινό φύλλο, παρέμεινε ως επιφυλλιδογράφος στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ και ανέλαβε την κριτική θεάτρου στα ΝΕΑ. Τόνιζε πάντα, ότι ο πρώτος κριτικός μιας δημιουργίας, είναι ο ίδιος ο δημιουργός της. Εκείνος αφαιρεί, ή συμπληρώνει, συνήθως όμως αφαιρεί, στα χειρόγραφά του, μέχρι να δώσει στο κείμενό του την τελική μορφή. Εγώ, έρχομαι μετά από αυτόν, έλεγε.

Και εξηγούσε, ότι ο κριτικός μπορεί να αρέσει στον αναγνώστη, όχι μόνο αν συμφωνεί μαζί του. Ο αναγνώστης μπορεί, ακόμη και αν διαφωνεί με τον κριτικό, να συνεχίζει να τον διαβάζει.

Πίστευε ότι, ο αναγνώστης ανεβάζει ή κατεβάζει έναν κριτικό.-

λ. τ.